- Δικαστικές αποφάσεις βάζουν φρένο στους αναδρομικούς ελέγχους των φορολογουμένων
Οι έλεγχοι γύρω από τη λίστα Λαγκάρντ, τη λίστα εμβασμάτων και τη λίστα Νικολούδη στηρίζονται κατά κόρον στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών, σε έμμεσες τεχνικές ελέγχων και αναδρομικά πρόστιμα για μια δεκαετία πριν.
Η Εφορία κατάφερε να τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί δεκάδες χιλιάδες ελεγχόμενους, χρησιμοποιώντας τέσσερα νέα όπλα:
1. Συνεχής επέκταση του χρόνου παραγραφής ώστε να παραμένουν επί μία δεκαετία ανοιχτές προς έλεγχο υποθέσεις ως και το 2001, ακόμα κι αν έχουν υπαχθεί σε νόμο περαίωσης, παρόλο που δεν υπάρχει υποχρέωση (ή και η δυνατότητα) φύλαξης στοιχείων ούτε από τον ελεγχόμενο, ούτε στις τράπεζες, ούτε καν την ίδια την Εφορία.
2. Καθιέρωση έμμεσων τεχνικών υπολογισμού του φορολογητέου εισοδήματος με τις οποίες η Εφορία προσδιορίζει από μόνη της φόρους και πρόστιμα, ακόμη κι αν τα δηλωθέντα υπερκαλύπτουν τεκμήρια και «πόθεν έσχες».
3. Νέου τύπου αναδρομικοί έλεγχοι με βάση πληροφορίες για κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών (εμβάσματα, καταθέσεις και αναλήψεις, στοιχεία πελατών τραπεζών του εξωτερικού) προκειμένου να διαπιστωθεί αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας.
4. Μεταφορά στον ελεγχόμενο της υποχρέωσης να αποδείξει ο ίδιος πως είναι αθώος αντί στη φορολογική αρχή που τον ελέγχει και τον ενοχοποιεί με τις διαπιστώσεις της.
Επιπλέον, το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο από τα πολλά, διαφορετικά ή και αντιφατικά πορίσματα που εκδίδονται για τον ΑΦΜ ενός ελεγχόμενου (ή και για οικογένειες ολόκληρες που ελέγχονται για κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς) από το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών, τις ΔΟΥ, το ΣΔΟΕ, το ΚΕΦΟΜΕΠ ή και τους εισαγγελείς, στην ίδια χώρα και με τους ίδιους νόμους, αλλά χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους (ροές καταθέσεων το ΣΔΟΕ, έμμεσες τεχνικές οι ΔΟΥ κ.λπ.) και κρίνουν διαφορετικά για παραβάσεις και ποσά φοροδιαφυγής, αποδυναμώνοντας σε μεγάλο βαθμό τη βαρύτητα των ευρημάτων των ελέγχων.
Δικαίωση
Ολα τα μέτρα και οι πρακτικές με τα οποία οι εφορίες -εφαρμόζοντας πρόσφατους νόμους- καταστρατηγούν την παραγραφή και επιβάλλουν φόρους και πρόστιμα κατά το δοκούν αμφισβητούνται πλέον από τη Δικαιοσύνη.
Νέες δικαστικές αποφάσεις δίνουν «όπλο» σε 100.000 φορολογουμένους που έχουν στοχοποιηθεί για έλεγχο από την Εφορία να αποκρούσουν τη φοροεπιδρομή που έχει εξαπολύσει σε βάρος τους το Δημόσιο, καθώς κρίνεται ότι:
Η Εφορία δεν έχει δικαίωμα να ζητεί στοιχεία και να επιβάλλει πρόστιμα για χρήσεις ως το 2001 που ελέγχθηκαν μαζικά τα τελευταία χρόνια, επειδή έχουν παραγραφεί.
Οι έλεγχοι των τραπεζικών καταθέσεων που επεκτείνονται αναδρομικά στα έτη πριν από τις 30/9/2010 γίνονται εν πολλοίς στον αέρα, χωρίς ισχυρή νομική βάση.
Κακώς μεταφέρεται το βάρος της απόδειξης από τη φορολογική αρχή στον φορολογούμενο.
Μεγάλη ανατροπή
Επειδή το υπουργείο Οικονομικών δεν μπόρεσε ποτέ στο παρελθόν να ασκήσει έγκαιρα τον προβλεπόμενο φορολογικό έλεγχο, από το 2010 και μετά επιστράτευσε νέες μεθόδους εντοπισμού και ανακήρυξης παραβατών, μέσω των κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών, στοιχείων εμβασμάτων κ.λπ., υποκαθιστώντας τον κανονικό τύπο ελέγχων φορολογίας εισοδήματος, ΚΒΣ, ΦΠΑ και άλλων φορολογικών αντικειμένων, που ίσχυε ως τότε.
Οι δικαστικές αποφάσεις κρίνουν ότι οι πρακτικές αυτές είναι σαθρές και αυθαίρετες, ειδικά όταν εφαρμόζονται αναδρομικά για χρόνια στα οποία δεν επιτρέπεται να φτάσουν. Απορρίπτουν μάλιστα την επινόηση των νόμων της εποχής Παπακωνσταντίνου ότι ο ελεγχόμενος είναι ταυτόχρονα και ένοχος, εκτός αν αποδείξει πως «δεν είναι ελέφαντας», καταργώντας ουσιαστικό το τεκμήριο της αθωότητας, ενώ επέτρεπαν στην Εφορία να θεωρεί αδήλωτο εισόδημα κάθε κατάθεση μετρητών στην τράπεζα, χωρίς να αποδεικνύεται πως δεν προέρχονται από νόμιμη εργασία ή άλλη συναλλαγή του ελεγχόμενου!
Συγκεκριμένα:
1 Αθέμιτη η παράταση παραγραφής.
Με απόφαση του Εφετείου Αθηνών, την οποία προκάλεσε εταιρεία στην οποία η Εφορία κοινοποίησε εντολή ελέγχου 12 έτη μετά, ακυρώθηκαν πρόστιμα 9 εκατ. ευρώ που της επιβλήθηκαν το 2012 για τις χρήσεις από το 2004 και μετά, με τη χρήση έμμεσων τεχνικών ελέγχου.
Καταρχήν το Εφετείο καταρρίπτει τις απανωτές παρατάσεις που δίνονταν συνήθως στο τέλος του χρόνου προκειμένου το Δημόσιο να ελέγχει χρήσεις που κανονικά θα είχαν παραγραφεί προ πολλού λόγω παρέλευσης 5ετίας. Το δικαστήριο θεωρεί πως παραβιάζεται το άρθρο 78 του Συντάγματος και ότι οι πολλαπλές διαδοχικές παρατάσεις ισοδυναμούν με αναδρομική και «μη θεμιτή» επιβολή φόρου και προστίμων.
«Η πρακτική αυτή καθιστά υπερδεκαετή την προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιήσει πράξεις επιβολής προστίμων», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση.
2 Στην Εφορία το βάρος της απόδειξης.
Με άλλη απόφαση, το Εφετείο Χανίων δέχεται πως «η φορολογική αρχή φέρει το βάρος της απόδειξης της συνδρομής των υπό του νόμου οριζομένων προϋποθέσεων» για να γίνει έλεγχος δεκαετίας και όχι ο φορολογούμενος που προσπαθεί να τον αποφύγει.
Η υπόθεση αφορούσε μαιευτήρα του οποίου τους τραπεζικούς λογαριασμούς άνοιξε το ΣΔΟΕ. Εφαρμόζοντας τον νόμο 3888/2010, το ΣΔΟΕ διαπίστωσε πως τα ποσά των καταθέσεων σε μετρητά που δεν δικαιολογούνται από δηλωθείσες αμοιβές «λογίζονται ως προσαύξηση περιουσίας προερχόμενη από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων» και πρέπει να φορολογηθούν με 40% και από το πρώτο ευρώ, χωρίς να εκπίπτουν καν δαπάνες.
Ο γιατρός προσκόμισε υπόμνημα πως είχε μεν τα δικαιολογητικά και τις αποδείξεις, αλλά τα κατέστρεψε μετά από φορολογική περαίωση των ετών ως το 2006.
Οπως τονίζεται στην απόφαση, από τη Φορολογία Εισοδήματος προβλέπεται πενταετής παραγραφή. Κοινοποίηση φύλλου ελέγχου δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία δήλωσης.
Με ειδικές διατάξεις η παραγραφή του έτους 2001 παρατάθηκε από το 2006 αρχικά ως και το 2008, και μετά ως το τέλος του 2011.
Τότε ξεκίνησε ο έλεγχος από την Εφορία, η οποία όμως το 2012 επικαλέστηκε νεότερα στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της το 2011 (άνοιγμα λογαριασμών) και, βάσει του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που ίσχυε (ν.2238/1994), η ΔΟΥ τα προσμέτρησε εκτός του ορίου παραγραφής.
Το δικαστήριο όμως έκρινε ότι είναι «απορριπτέος και αβάσιμος ο λόγος που επικαλείται το Δημόσιο» και, εντέλει, «δεν νοείται επιβολή προστίμων του ΚΒΣ στα πλαίσια ελεγκτικών ενεργειών στην έρευνα του “πόθεν έσχες”, το οποιοδήποτε αποτέλεσμα του οποίου αντανακλάται στη φορολογία εισοδήματος», όταν ο φορολογούμενος καλείται να δικαιολογήσει την απόκτησή του.
Για τον λόγο αυτό διέγραψε τους φόρους και τα πρόστιμα που του επιβλήθηκαν το 2011 για τα έτη από το 2001 και μετά.
Δεν φορολογείται η προσαύξηση περιουσίας
Το ίδιο δικαστήριο δέχτηκε και τον ισχυρισμό του φορολογουμένου πως δεν δικαιολογείται από νεότερα δεδομένα η έρευνα για κινήσεις λογαριασμών περασμένων ετών που έχουν κανονικά παραγραφεί, αφού η Εφορία ήταν και πάλι εκείνη που δεν τις ερευνούσε τόσα χρόνια και δεν φταίει σε τίποτε ο φορολογούμενος να ταλαιπωρείται να βρει στοιχεία για να δικαιολογήσει καταθέσεις περασμένων ετών προκειμένου να μη θεωρηθούν αδικαιολόγητος πλουτισμός.
Αλλά και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους καταρρίπτει το επιχείρημα της Εφορίας ότι οι καταθέσεις που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν αποτελούν κρυφό εισόδημα και φορολογείται αναδρομικά, έστω κι αν ο ελεγχόμενος δεν έχει συλληφθεί για φορολογικές παραβάσεις (π.χ. για μη έκδοση αποδείξεων, πλαστά και εικονικά κ.λπ.).
Συγκεκριμένα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, μετά την εφαρμογή των νέων μεθόδων από το 2010 και μετά, τονίζει ότι «κατά την έννοια και το πνεύμα του Συντάγματος και του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ως εισόδημα φορολογείται, έστω και αν δεν κατονομάζεται ρητώς από τον νόμο, το αντάλλαγμα της προσωπικής εργασίας ή οι καρποί περιουσιακών στοιχείων του φορολογουμένου και όχι κάθε άλλη προσαύξηση της περιουσίας του, εκτός αν αυτή, δυνάμει ειδικής διάταξης νόμου, λογίζεται για την υπαγωγή στον φόρο ως εισόδημα».
Στην παγίδα του νόμου
Τα δικαστήρια δέχτηκαν επίσης ότι οι διατάξεις των νόμων αυτών τέθηκαν σε ισχύ από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από τις 30/09/2010 και μετά. Συνεπώς και η υποχρέωση του φορολογουμένου να τηρεί στοιχεία για την τεκμηρίωση των συναλλαγών του ισχύει από 30/09/2010 και μετά.
Συνεπώς δεν είναι θεμιτό να αξιώνεται αναδρομικά και αιφνιδιαστικά από τη φορολογική αρχή (υπό την απειλή επιβολής φόρου και προσαυξήσεων) η εκπλήρωση άλλης φύσης υποχρέωσης, όπως η τεκμηρίωση κάθε μιας συναλλαγής ξεχωριστά, τραπεζικής ή μη. Αρμόδια στελέχη του υπουργείου Οικονομικών εξέφραζαν την ανησυχία τους για τις νέες δικαστικές αποφάσεις, αλλά δείχνουν να οχυρώνονται πίσω από άλλες διατάξεις για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, που θεωρείται διαρκές έγκλημα με ορίζοντα παραγραφής τη 15ετία.
ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Η Εφορία δεν έχει δικαίωμα να ζητεί στοιχεία και να επιβάλλει πρόστιμα για χρήσεις ως το 2001 που ελέγχθηκαν μαζικά τα τελευταία χρόνια επειδή έχουν παραγραφεί.
Οι έλεγχοι των τραπεζικών καταθέσεων που επεκτείνονται αναδρομικά στα έτη πριν από τις 30/9/2010 γίνονται χωρίς ισχυρή νομική βάση.
Κακώς μεταφέρεται το βάρος της απόδειξης από τη φορολογική αρχή στον φορολογούμενο.
ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου