Θετικές οι προοπτικές για το 2016
Συνέντευξη στο «Χρήμα και Τουρισμός»

Άνθρωπος των έργων που δεν «μασάει τα λόγια του», ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Ρόδου, Αντώνης Καμπουράκης μιλάει στο «Χρήμα και Τουρισμός» για τις θυσίες της ελληνικής, ξενοδοχειακής κοινότητας, η οποία, όπως λέει, υπομένει αγόγγυστα χαράτσια, τέλη, επιβαρύνσεις και εισφορές.

Παράλληλα «κρούει τον κώδωνα του κινδύνου», προειδοποιώντας για την «μπανανόφλουδα» του εφησυχασμού και του «η Ελλάδα πουλάει», αφού, για να συνεχίσει να «πουλάει», όπως σημειώνει με νόημα, χρειάζονται κονδύλια και απαιτούνται ενέργειες που κοστίζουν.
Το 2014 ήταν μία από τις καλύτερες τουριστικές χρονιές για τη χώρα μας γενικά, αλλά και για το νησί της Ρόδου. Τι μέλλει γενέσθαι εφέτος, σε ποιο βαθμό επηρέασαν τα capital controls, η τραπεζική αργία και εν γένει οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις την πορεία του τουρισμού στο νησί;
Η αλήθεια είναι πως το 2014 είχαν μπει οι θετικές βάσεις ώστε φέτος να έχουμε μια πραγματικά συγκλονιστική χρονιά. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα θέλαμε εμείς κι όπως είχε πραγματικά ανάγκη η ελληνική οικονομία. Μείναμε πίσω.

Ακόμη κι αν καταφέρουμε να κλείσουμε τη σεζόν με κάποια καλά νούμερα, σίγουρα δεν μπορούμε να δηλώσουμε ικανοποιημένοι, αφού θα υπολείπονται κατά πολύ αυτών που θα μπορούσαμε να έχουμε επιτύχει. Στην τουριστική επιχειρηματικότητα το momentum είναι ο βασιλιάς. Οι ευκαιρίες είναι σαν τα βέλη. Από τη στιγμή που φεύγουν δεν μπορούν να γυρίσουν πίσω.
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την επόμενη χρονιά; Τι δείχνουν τα συμβόλαια που έχουν υπογραφεί, δεδομένης της αύξησης του ΦΠΑ και σε ποιο βαθμό θεωρείτε πως θα επηρεάσει την πορεία του τουρισμού στη Ρόδο η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ;
Κοιτάξτε η αλήθεια είναι πως υπάρχει ένα μεγάλο πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα του τουρισμού μας. Αυτό θα έχει οπωσδήποτε και συνέπειες, οι οποίες δεν αφορούν μόνο το 2016, αλλά και τα χρόνια που έρχονται. Από κει και πέρα εμείς εκφράσαμε την κάθετη διαφωνία μας με το μέτρο και το πράξαμε όχι μόνον ως ξενοδόχοι, αλλά και ως ενεργοί πολίτες. Διότι η αύξηση του ΦΠΑ δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις μόνον στον τουρισμό, αφορά συνολικά την επιβάρυνση της καθημερινότητας όλων των νοικοκυριών στα νησιά μας. Για αυτό και τονίζουμε με κάθε ευκαιρία πως θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα ισοδύναμα μέτρα ανακούφισης των μόνιμων κατοίκων και παράλληλα θεωρούμε πως θα πρέπει να ανοίξει οπωσδήποτε ένα παράθυρο διαπραγματευτικής ευκαιρίας ώστε το συντομότερο δυνατό το μέτρο αυτό να αρθεί.

Εμείς μέχρι τότε ως ξενοδόχοι, θα δώσουμε τη μάχη μας, κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, αφού είναι γνωστό πως όταν είσαι αδύναμος είναι πολλοί αυτοί που θέλουν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία σου.

Θα μετρήσουμε και τους φίλους μας. Διότι υπάρχουν συνεργασίες δεκαετιών με κάποιους tour operators και θέλω να πιστεύω πως δεν θα θελήσουν να κλονίσουν τη βαθιά σχέση εμπιστοσύνης που μας συνδέει για να κερδίσουν κάτι παραπάνω, αυτή τη δύσκολη ώρα για μας. Σε κάθε περίπτωση θα το παλέψουμε, ελπίζοντας πως θα έχει διαμορφωθεί τουλάχιστον ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας, ώστε ο δύσκολος αγώνας μας να έχει θετική έκβαση.
Δεδομένης της εμπειρίας σας, πως πιστεύετε ότι θα λειτουργήσει η ξενοδοχειακή αγορά μέσα σε όλο αυτό τον κυκεώνα των εξελίξεων (ΦΠΑ, πολιτικο-οικονομική αβεβαιότητα, capital controls, κ.ο.κ.) και ποιες οι προτάσεις σας προκειμένου η Ελλάδα να συνεχίσει να «πουλάει»;
Εμείς ως ξενοδόχοι είμαστε περήφανοι γιατί παρά τις κλιμακούμενες αντιξοότητες όλων αυτών των χρόνων, κάνουμε με συνέπεια το πατριωτικό μας καθήκον. Έχουμε κάνει μεγάλες θυσίες προκειμένου ο τουρισμός να στηρίζει την εθνική οικονομία κι έχουμε υπομείνει αγόγγυστα χαράτσια, τέλη, επιβαρύνσεις, εισφορές προκειμένου να στηριχθεί η κοινωνία. Αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε και το μόνο που ζητάμε είναι ένα: να μας αφήσουνε να κάνουμε τη δουλειά μας.  Δεν θέλουμε τίποτα, δεν ζητάμε τίποτα, παρά μόνο να κάνουμε τη δουλειά μας όπως ξέρουμε, να βρίσκουμε λύσεις, να ανοίγουμε δρόμους.

Όμως δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται τα ξενοδοχεία, ως τα μόνιμα «υποζύγια» όλων των βαρών. Όλα πρέπει να έχουν ένα όριο κι είμαστε ήδη πολύ κοντά σε αυτήν την «κόκκκινη γραμμή». Από κει και πέρα θέλω να κάνω άλλη μία επισήμανση ουσίας. Δε φτάνει να κάνουμε μόνον εμείς το καθήκον μας και να υπάρχει η αίσθηση πως η Ελλάδα πουλάει από μόνη της.

Όποιος πατήσει αυτή την «μπανανόφλουδα» του εφησυχασμού δεν θα προσφέρει καλές υπηρεσίες στον τουρισμό. Η Ελλάδα για να πουλάει πρέπει να είναι ελκυστική και να ανανεώνει διαρκώς την εικόνα της στον κόσμο, με στρατηγική και πρόγραμμα. Και σε αυτό τον τομέα χρειάζονται και πολλή δουλειά και φρέσκιες ιδέες αλλά κυρίως και ειλικρινά χρειάζονται χρήματα. Χρειάζονται κονδύλια, από το υστέρημα σήμερα, αλλά απαιτούνται ενέργειες που κοστίζουν. Ανάγκη χρημάτων λοιπόν, όσο κι αν οι δικαιολογίες για την έλλειψή τους, απειλούν να γίνουν μόνιμη συνήθεια για την απραξία εξεύρεσής τους.
Ο εγχώριος τουρισμός σβήνει από τον τουριστικό «χάρτη» και μαζί του και όσοι προορισμοί βασίζονται στον Έλληνα τουρίστα. Ποιές είναι οι επιπτώσεις στην ξενοδοχειακή αγορά της Ρόδου από την απουσία του εγχώριου τουρισμού και τι θα μπορούσατε να κάνετε εσείς οι ξενοδόχοι από την πλευρά σας προκειμένου να αναθερμανθεί ο εσωτερικός τουρισμός;
Είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα αυτή που περιγράφετε, η οποία προσωπικά με λυπεί αφάνταστα. Είμαι από αυτούς που επί χρόνια προσπαθούν και εργάζονται για τον εσωτερικό τουρισμό.



Και το κάνω όχι μόνο ως επιχειρηματίας, αλλά πρωτίστως γιατί πιστεύω πως η ξεκούραση και οι διακοπές δεν πρέπει να είναι πολυτέλεια για τους συμπατριώτες μου. Πρέπει να είναι δικαίωμα και μάλιστα εγγυημένο δικαίωμα. Από την πλευρά μας οι ξενοδόχοι σε επίπεδο τιμών κάνουμε πραγματικά ό,τι καλύτερο μπορούμε, δεδομένων των συνθηκών, ακριβώς γιατί πιστεύουμε πως το να δώσουμε την ευκαιρία στον Έλληνα να ξεκουραστεί και να περάσει καλά, μας οφελεί όλους και σαν οικονομία και σαν κοινωνία.

Επίσης πιστεύω πως η Ρόδος έχει σοβαρά περιθώρια, προκειμένου να βελτιώσει την προβολή της σε ό,τι αφορά τον εσωτερικό τουρισμό. Πήρε μια καλή πρωτοβουλία η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου σε συνεργασία με μεγάλο εμπορικό κέντρο της Αθήνας κι αυτό θα πρέπει να έχει συνέχεια. Ναι είναι δύσκολα τα πράγματα, αλλά παρ’ όλα αυτά η Ρόδος μπορεί να κρατήσει τα σκήπτρα της βασίλισσας και στον εσωτερικό τουρισμό, αρκεί να δουλέψουμε όλοι συστηματικά γι’ αυτό.
Το θέμα της αύξησης των κλινών στη Ρόδο έρχεται στο προσκήνιο συχνά-πυκνά. Ποια είναι η άποψή σας;
Πράγματι είναι ένα ζήτημα που το συζητάμε, όμως θέλω να τονίσω πως η Ρόδος έχει αναβαθμίσει θεαματικά την ξενοδοχειακή εμπειρία του επισκέπτη της, είτε με καινούργιες, είτε με πλήρως ανακαινισμένες μονάδες. Αυτό που κατά τη γνώμη μου έχει προτεραιότητα και μεγάλη σημασία είναι ο εμπλουτισμός και ο εκσυγχρονισμός του συνολικού τουριστικού προϊόντος μας, και σε αυτή την κατεύθυνση τα βήματα που πρέπει να γίνουν είναι πολλά.
Αναδυόμενες αγορές. Πιστεύετε ότι υπάρχει λόγος η Ρόδος να στραφεί σε νέες αγορές και με ποιο τρόπο;
Ασφαλώς και οι νέες αγορές έχουν κεφαλαιώδη σημασία κι αγωνιζόμαστε να τις αναδείξουμε και να τις κατακτήσουμε. Κι έχουμε ήδη σημαντικές επιτυχίες σε αγορές όπως της Κίνας ή της Μέσης Ανατολής. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τις παραδοσιακές αγορές μας στις οποίες η Ρόδος θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη θέση της και το brand της. Στις παραδοσιακές αγορές μας δεν έχουμε πιάσει ταβάνι αντίθετα υπάρχουν προνομοιακά κοινοί στόχοι στους οποίους θα πρέπει να απευθυνθούμε με στοχευμένα προγράμματα προβολής και δημοσίων σχέσεων.
Η Ρόδος φημίζεται για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών της. Ποιά είναι η προσέγγισή σας προς την κατεύθυνση επενδυτικών σχεδίων;
Και ως ξενοδόχοι αλλά πάνω απ’ όλα ως προορισμός έχουμε έναν χρυσό κανόνα τον οποίο τηρούμε με ευλάβεια. Θέλουμε ο επισκέπτης μας να περάσει καλά, μοναδικά, να φύγει με τις καλύτερες εντυπώσεις και να διατηρήσει τις καλύτερες αναμνήσεις.

Αυτή είναι η συνταγή της επιτυχίας και αυτή τη συνταγή δεν την αλλάζουμε. Πιστεύουμε στον τουρισμό με καρδιά με ψυχή, με χαμόγελο στο πρόσωπο. Επενδύουμε λοιπόν συνεχώς στη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών μας και είναι προσωπικό στοίχημα ο απόλυτα ικανοποιημένος πελάτης. Ασφαλώς όνειρα έχουμε. Και μεγάλα μπορώ να σας πω. Αλλά θα πρέπει να τα επιτρέψει και το ευρύτερο περιβάλλον ώστε αυτά τα όνειρα να αρχίσουν να αποκτούν σάρκα και οστά.
Οι πολιτικές εξελίξεις αλλά και η τουριστική πολιτική που υλοποιείται στο υπουργείο Τουρισμού, τί επιπτώσεις έχουν στον ελληνικό τουρισμό;
Το πρόβλημα του τουρισμού έγκειται στο γεγονός ότι τα θέματά του είναι πολυδιάστατα και δυστυχώς χανόμαστε μέσα στο λαβύρινθο διασκορπισμένων αρμοδιοτήτων. Μακάρι να μπορούσαμε να φτάναμε μία μέρα, όλα τα θέματά μας να περνάνε μέσα από ένα υπουργείο, αυτό του τουρισμού.
Οφείλω λοιπόν να πω, πως με την υπουργό την κ. Κουντουρά έχουμε μία εξαιρετική συνεργασία και πραγματικά εκείνη από την πλευρά της κάνει ότι καλύτερο μπορεί μέσα στο δεδομένο πλαίσιο συνθηκών και στο συγκεκριμένο εύρος των αρμοδιοτήτων της.
Τράπεζες και τουρισμός: σχέσεις οργής ή σχέσεις στοργής; πολλοί προβλέπουν έναν πολύ ζεστό χειμώνα. Ποια είναι η άποψή σας;
Θα σας έλεγα πως δεν υπάρχουν καν σχέσεις. Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια. Για να υπάρχει υγιής οικονομία, χρειάζεται ένα υγιές τραπεζικό σύστημα. Αυτή τη στιγμή εξακολουθεί να νοσεί και καθώς βουλιάζει, απειλεί να μας παρασύρει μαζί του. Ειλικρινά θέλω να πιστεύω πως θα υπάρξει μία αντιστροφή αυτής της αρνητικής φοράς των πραγμάτων και θα επιτευχθεί η πολυπόθητη και πολλάκις υποσχόμενη εξυγίανση.

Διότι η αλήθεια είναι πως σήμερα παλεύουμε μόνοι μας. Ποιός να τολμήσει να σκεφτεί την τραπεζική χρηματοδότηση είτε για επένδυση είτε για κεφάλαια κίνησης; Όμως οι ξενοδοχειακές μονάδες είναι οι πυλώνες του τουρισμού ο οποίος έχει αποδεχτεί ο μοναδικός πνεύμονας για να εξακολουθεί να αναπνέει η εθνική οικονομία. Άρα πρέπει να αναπνεύσει και ο τουρισμός, πρέπει να αναπνεύσουν και τα ξενοδοχεία.

Συμβιβαζόμαστε με το να μην υπάρχει πρόσβαση σε νέα χρηματοδότηση, τουλάχιστον όμως να υπάρξει ένα μείγμα μέτρων ώστε να ανακουφιστούν τα ξενοδοχεία από τις παλιές του υποχρεώσεις.

Ένα μίγμα που θα μπορούσε να περιλαμβάνει μία ικανή περίοδο χάριτος και μία αναγκαία αποκλιμάκωση των επιτοκίων ώστε να μπορέσουν να μείνουν όρθιοι και να μείνουν σε ελληνικά χέρια.

Έχει σημασία αυτό και σε κάθε ευκαιρία τονίζω πως ο αφελληνισμός των ξενοδοχείων θα έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες, σε πολλά επίπεδα, τόσο για την τοπική όσο και για την εθνική οικονομία.

Ελπίζω αυτές οι επισημάνσεις μου να τύχουν της προσοχής που πρέπει, καθώς δε σας κρύβω πως μέχρι σήμερα νιώθω σαν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω».