Με επιστολή που απέστειλε στην υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος Γεώργιος Αλ. Τσακίρης, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις προ των πυλών ρυθμίσεις του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας και την ασύμμετρη επιβάρυνση που ενδέχεται να υπάρξει στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, η υπερφορολόγηση των οποίων έχει δημιουργήσει μείζονα θέματα βιωσιμότητας.
Όπως αναφέρει στην επιστολή του " Εδώ και αρκετό καιρό έχουν ξεκινήσει και διαρρέουν στον τύπο σκέψεις και προτάσεις του Υπουργείου Οικονομικών αναφορικά με συντελεστές υπολογισμού του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) στα Ελληνικά ξενοδοχεία.
Κυρία Υπουργέ, όπως είχαμε ενημερώσει και τον κύριο Πρωθυπουργό, παρουσία σας, στη συνάντηση που είχαμε, πριν το ταξίδι σας στην Κίνα, οι επιπτώσεις του ΦΑΠ στο κόστος και τη βιωσιμότητα των Ελληνικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων είναι εξαιρετικά σημαντικές και κινδυνεύουμε με μια υπερβολική επιβάρυνση των Ελληνικών ξενοδοχείων να εξανεμιστούν οφέλη για τον τουρισμό της χώρας, τα οποία με μεγάλη κοινή προσπάθεια καταφέραμε και επιτύχαμε τα τελευταία 2 χρόνια.
Η Ξενοδοχειακή βιομηχανία και γενικά ο τουρισμός έχουν σημαντικές ιδιαιτερότητες, τις οποίες, παρά την οποιαδήποτε δημοσιονομική σκοπιμότητα και ανάγκη, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.
Επιθυμούμε επομένως να τις θέσουμε υπόψη σας, ώστε να συνεκτιμηθούν για τη λήψη των αποφάσεων της κυβέρνησης για τον ΦΑΠ.
Ειδικότερα :
· Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις παρέχουν τις υπηρεσίες τους μέσω των εγκαταστάσεών τους, οι οποίες καθορίζονται από αυστηρές τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές που συνιστούν το ξενοδοχειακό προϊόν. Οι διαστάσεις και η επιφάνεια των υποδομών προσδιορίζονται με βάση τις προδιαγραφές και σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνονται από τις απαιτήσεις της διεθνούς αγοράς και του ανταγωνισμού.
· Κάθε φόρος που επιβάλλεται επί των ξενοδοχειακών ακινήτων, που είναι το εργαλείο της ξενοδοχειακής επιχείρησης , επιβαρύνει στην ουσία το κόστος παραγωγή της.
· Όλοι οι χώροι των ξενοδοχειακών ακινήτων προορίζονται, σύμφωνα με την ξενοδοχειακή νομοθεσία, αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των πελατών τους με σαφή και προσδιορισμένη χρήση, που εγκρίνεται, εκτός από την πολεοδομία και από τον Ε.Ο.Τ. από το οποίον και αδειοδοτείται, με συνέπεια να μην επιτρέπεται εκ του νόμου να χρησιμοποιηθούν οι χώροι αυτοί για άλλη δραστηριότητα πλην της ξενοδοχειακής.
Αυτό σημαίνει ότι το ξενοδοχειακό ακίνητο δεν μπορεί ούτε να κατατμηθεί, ούτε να αυξομειώσει την επιφάνεια του και να την εκμεταλλευθεί στη βάση κάποιου άλλου εμπορικού σκοπού.
· Η συνολική έκταση της επιφάνειας των ξενοδοχειακών κτιρίων και γηπέδων καθορίζεται με βάση την κατηγορία του ξενοδοχείου και τη δυναμικότητα, ώστε να περιλάβει όλη τη γκάμα των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών που υποχρεούνται να παρέχουν στους πελάτες τους (π.χ. συνεδριακές αίθουσες, πισίνες, spa, γήπεδα βόλεϊ, τένις, γκολφ).
Οι υπηρεσίες όμως αυτές δεν παράγουν πρόσθετο εισόδημα για την ξενοδοχειακή επιχείρηση, απλώς εμπλουτίζουν το ξενοδοχειακό της προϊόν και την καθιστούν πιο ανταγωνιστική, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τη βιωσιμότητά της στις διεθνείς αγορές. Η τοποθεσία του ξενοδοχείου, σε σύγκριση με τη βιομηχανία και τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες, αποτελεί σημαντικό παράγοντα ελκυστικότητας του προϊόντος που παρέχει το ξενοδοχείο και γι’ αυτό το λόγο η πλειονότητα των ξενοδοχείων είναι εγκατεστημένη σε αξιόλογες τοποθεσίες ή στα κέντρα των πόλεων. Οι υψηλές όμως αντικειμενικές αξίες που ισχύουν σε αυτές τις περιοχές συνεπάγονται υψηλή φορολογική επιβάρυνση επί των ξενοδοχειακών ακινήτων και καταλήγουν να «τιμωρούν» την επιχείρηση γι’ αυτό που πρέπει από τη φύση της να παρέχει.
· Το ξενοδοχειακό προϊόν ακολουθεί αυστηρά τους όρους λειτουργίας της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς και οι τιμές του διαμορφώνονται με βάση τον ανταγωνισμό, οποίος ως γνωστόν, είναι εξαιρετικά έντονος, αφού πολλοί προορισμοί στη Μεσόγειο παρέχουν το αντίστοιχο προϊόν (ήλιος και θάλασσα) σε καλύτερες τιμές.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι τιμές των ξενοδοχειακών υπηρεσιών, πιεζόμενες από τον ανταγωνισμό, να καθηλώνονται σε χαμηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από το κόστος παραγωγής.
Κάθε νέα φορολογική επιβάρυνση συνιστά επιπλέον κόστος που δεν επιδέχεται απορρόφησης και εν τέλει καταλήγει να είναι εμπόδιο στη διατήρηση της βιωσιμότητας της επιχείρησης, αφού αυξάνει υπέρμετρα το μη λειτουργικό κόστος του ξενοδοχειακού προϊόντος.
· Παράλληλα η αγοραία αξία κάθε ξενοδοχειακής μονάδας δεν εξαρτάται από την έκταση των γηπέδων της ή των εγκαταστάσεων της, αλλά συναρτάται άμεσα με τις οικονομικές επιδόσεις της και τα αποτελέσματα της. Τα τελευταία με τη σειρά τους εξαρτώνται από την ελκυστικότητα τόσο της μονάδας όσο και της περιοχής, αλλά και όλης της χώρας ως τουριστικού προορισμού στο δεδομένο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
· Οι τακτικές αναπροσαρμογές της αξίας των παγίων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων δεν αφήνουν πλέον περιθώρια για περαιτέρω αύξηση της φορολόγησης των ακινήτων. · Ο τουρισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εξαγώγιμη δραστηριότητα και να εντάσσεται στο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς των εξαγωγών. Έχει αποδειχθεί ότι η αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας έχει πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο σύνολο της εθνικής οικονομίας και αποφέρει ως εκ τούτου πολύ μεγαλύτερα έσοδα στο κράτος από κάθε άλλο κλάδο".
Και καταλήγει:
"Κυρία Υπουργέ,
Έχοντας στην ευθύνη και εποπτεία σας τον τομέα του τουρισμού, πιστεύουμε ότι πρέπει να μεταφέρετε στην κυβέρνηση τις ιδιαιτερότητες των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων όσον αφορά την επικείμενη εφαρμογή του ΦΑΠ, ώστε τα Ελληνικά ξενοδοχεία να παραμείνουν ανταγωνιστικά, σε ένα εξαιρετικά διεθνοποιημένο και απαιτητικό κλάδο, όπως ο τουρισμός".
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξουν δυσάρεστες εκπλήξεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου