Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

«Οργιάζει» η «μαύρη» εργασία στην Ελλάδα

- Στο 30% το ποσοστό «μαύρης» εργασίας το 2011


Σε μάστιγα εξελίσσεται η «μαύρη» και αδήλωτη εργασία στη χώρα μας, με το ποσοστό της να υπολογίζεται στο 30%, προκαλώντας «αιμορραγία» στα ασφαλιστικά ταμεία, σύμφωνα με στοιχεία του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, που επικαλείται στην έκθεσή του «Η έννοια της αδήλωτης εργασίας και τα χαρακτηριστικά της» το ΙΟΒΕ (Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών)... 


 

Υψηλά είναι τα ποσοστά των εργαζομένων, οι οποίοι πληρώνονται με «μαύρα», καθώς σε ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν από τα μικτά κλιμάκια ΣΕΠΕ και ΕΥΠΕΑ σε 20.000 επιχειρήσεις ή 3% του συνόλου των επιχειρήσεων, σε όλη τη χώρα, διαπιστώθηκε ότι, από 67.000 εργαζόμενους οι 20.000 ήταν ανασφάλιστοι και αδήλωτοι, με την πλειοψηφία αυτών (59%) να είναι Έλληνες.
Η αδήλωτη εργασία συνδέεται με την ανάπτυξη της παραοικονομίας, η οποία εκτιμάται στο 25% περίπου του ΑΕΠ της χώρας και συνεπάγεται μεγάλες απώλειες για τα ασφαλιστικά ταμεία μέσω της εισφοροδιαφυγής, ενώ παράλληλα στην επιχειρηματικότητα αποτελεί μορφή αθέμιτου ανταγωνισμού.
Η έκταση του φαινομένου σε συνδυασμό με την ύφεση της ελληνικής οικονομίας, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη άνοδο της ανεργίας, ασκεί αρνητική επίδραση στην πορεία των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες το 2011 σημείωσαν πτώση -7,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (έναντι ανόδου κατά 1% το 2010). Μάλιστα, στην Ελλάδα καταγράφεται πιο έντονα, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η ανάπτυξη μιας δευτερεύουσας αγοράς εργασίας με αντίστοιχα χαρακτηριστικά όπως της επίσημης, στην οποία όμως είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο το φαινόμενο της αδήλωτης απασχόλησης.
Από τη σύγκριση μεταξύ του αριθμού των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ και των μισθωτών από την έρευνα Εργατικού Δυναμικού σε κύριους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, προκύπτει ότι η μεγαλύτερη απόκλιση ανάμεσα στις δύο πηγές στατιστικών στοιχείων καταγράφεται στις κατασκευές, στον πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση και στην εστίαση.
Η αδήλωτη εργασία προσεγγίζεται επίσης από το μέγεθος της αυτοαπασχόλησης συμπεριλαμβανομένων και των συμβοηθούντων μελών στην οικογενειακή επιχείρηση, καθώς οι εργασιακές σχέσεις σε αυτή τη μορφή απασχόλησης βασίζονται συνήθως σε προσωπικό ή συγγενικό επίπεδο με σκοπό τον πιο άμεσο έλεγχο της παραγωγής και των όρων αμοιβής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα το ποσοστό των βοηθών στην οικογενειακή επιχείρηση -οι οποίοι αποκομίζουν εισόδημα από την εργασία που προσφέρουν αλλά συνήθως δεν καταβάλλουν εισφορές ασφάλισης-, ανέρχεται στο 5% της συνολικής απασχόλησης το 2011, το υψηλότερο ποσοστό στην ευρωζώνη.
Οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας με το μεγαλύτερο ποσοστό είναι ο πρωτογενής τομέας (18% της συνολικής απασχόλησης) και η εστίαση (13%), ενώ ελαφρώς υψηλότερο του μέσου όρου στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας είναι στο εμπόριο (7%), στα καταλύματα (6%) και στη μεταποίηση (5%).
Από την άλλη πλευρά, το ύψος της αυτοαπασχόλησης στην Ελλάδα είναι διπλάσιο ως ποσοστό (31%) από το μέσο όρο της ευρωζώνης με τον πρωτογενή τομέα να αποτελεί την κατεξοχήν οικονομική δραστηριότητα στην οποία εμφανίζεται ο τύπος αυτός απασχόλησης.
Υψηλό είναι επίσης το μέγεθος της αυτοαπασχόλησης στα Επιστημονικά-Τεχνικά επαγγέλματα (δικηγόροι, λογιστές, σύμβουλοι επιχειρήσεων, αρχιτέκτονες, επιστημονική έρευνα κ.ά.), καθώς 2 στους 3 σχεδόν εργάζονται με αυτή τη μορφή απασχόλησης, σε αντίθεση με τις υπηρεσίες καταλύματος που κύρια μορφή απασχόλησης είναι η μισθωτή εργασία (σχεδόν 3 στους 4 εργαζόμενους).
Η αδήλωτη εργασία προκαλεί σημαντικές απώλειες για τους ασφαλιστικούς οργανισμούς της χώρας, καθώς συνεπάγεται τη σημαντική δυσκολία στη χρηματοδότησή τους. Η αρνητική αυτή επίδραση επιβαρύνεται από την ανοδική πορεία της ανεργίας, αλλά και από την φύση της οικονομικής δραστηριότητας ορισμένων επιχειρήσεων γεγονός που υποδεικνύει την ανάγκη υιοθέτησης μέτρων για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Ένα μέτρο προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών τις οποίες καταβάλλουν εργαζόμενοι και εργοδότες, οι οποίες είναι από τις υψηλότερες (35% περίπου του μισθολογικού κόστους) στην Ευρώπη. Προκειμένου όμως, η υιοθέτηση ενός μέτρου σαν αυτό να λειτουργήσει προς την επιθυμητή κατεύθυνση θα πρέπει αφενός να ενισχυθούν οι μηχανισμοί για τον έλεγχο τήρησης της ασφαλιστικής νομοθεσίας, ενώ είναι αναγκαία και η ευσυνείδητη στάση εργοδοτών και εργαζομένων για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου